Τι είναι η νόσος του Crohn και τι διατροφή συστήνεται;

τι είναι η νόσος του Crohn

Τι είναι η νόσος του Crohn (CD);

Η νόσος του Crohn όπως και η ελκώδης κολίτιδα ανήκει στις φλεγμονώδεις νόσους του εντέρου. Εμφανίζεται συχνότερα στο λεπτό και στο παχύ έντερο, ωστόσο μπορεί να επηρεάσει οποιοδήποτε μέρος του γαστρεντερικού σωλήνα μας, από το στόμα έως τον πρωκτό. Τα συμπτώματα ποικίλλουν και μπορεί να αλλάξουν με την πάροδο του χρόνου.

Η σοβαρότητα της νόσου μπορεί να είναι από ήπια έως αρκετά σοβαρή και αυτό εξαρτάται από τον βαθμό στον οποίο έχει προχωρήσει η φλεγμονή. Η ασθένεια ακολουθεί μια υποτροπιάζουσα και επαναληπτική πορεία. Με πολλαπλές υποτροπές, η νόσος του Crohn μπορεί να εξελιχθεί από αρχικά ήπιες έως μέτριες φλεγμονώδεις καταστάσεις σε σοβαρή διείσδυση ή/και  στενωτική νόσο. Είναι σημαντικό να γνωρίζουμε ότι σε σοβαρές περιπτώσεις, η ασθένεια μπορεί να οδηγήσει σε απειλητικές για τη ζωή εξάρσεις και επιπλοκές.


Πρόσφατα επιδημιολογικά δεδομένα

Η νόσος του Crohn εμφανίζεται πιο συχνά στον αναπτυγμένο δυτικό κόσμο στη Βόρεια Αμερική, τη Βόρεια Ευρώπη και τη Νέα Ζηλανδία. Η επίπτωσή της έχει διτροπική κατανομή καθώς συμβαίνει συχνότερα μεταξύ ηλικίας 15 έως 30 ετών και 40 έως 60 ετών. Είναι πιο εμφανής η εντόπισή της στις αστικές από ότι στις αγροτικές περιοχές. Στη Β.Αμερική και στην Ευρώπη πάνω από 1,5εκ. και 2εκ. άτομα αντίστοιχα, πάσχουν από τη νόσο,  ενώ η  επίπτωση της νόσου είναι 3,2/1000 (0,32%) στις προαναφερθείσες περιοχές.

Οι παράγοντες που την προκαλούν

Παρόλο που η ακριβής αιτιολογία της φλεγμονώδους νόσου του εντέρου δεν είναι γνωστή, υπάρχουν ουσιαστικά στοιχεία που υποδηλώνουν ότι η ασθένεια οφείλεται σε ακατάλληλη ανοσοαπόκριση στο έντερο  περιβαλλοντικούς παράγοντες όπως φάρμακα, τοξίνες, λοιμώξεις ή εντερικά μικρόβια γενετικά ευαίσθητο ξενιστή.

Πάνω από το 20% των ασθενών με νόσο Crohn έχουν επίσης γονέα, παιδί ή αδελφό με την ασθένεια, διαπίστωση η οποία υποδεικνύει και μια γενετική αιτιολογία πρόκλησης της νόσου.

Διάγνωση

Δεν υπάρχει κάποια συγκεκριμένη εξέταση με την οποία ο γιατρός μπορεί να διαγνώσει την νόσο του Crohn. Σε αυτήν την περίπτωση χρησιμοποιείται η μέθοδος του αποκλεισμού, δηλαδή πραγματοποιούνται αρκετές εξετάσεις και εφόσον αποκλειστούν άλλες νόσοι, τότε καταλήγουν στη νόσο του Crohn.

Μεταξύ των εξετάσεων οι οποίες γίνονται κατά την προσπάθεια διάγνωσης αλλά και παρακολούθησης της πορείας της νόσου ανήκουν:  αιματολογικές, τεστ κοπράνων, ενδοσκόπηση και κολονοσκόπηση.

Οι ασθενείς με εξάρσεις της νόσου του Crohn παρουσιάζουν συνήθως κοιλιακό άλγος (δεξί κάτω τεταρτημόριο), μετεωρισμό/φούσκωμα, διάρροια (μπορεί να περιλαμβάνει βλέννα και αίμα), πυρετό, απώλεια βάρους και αναιμία.

Θεραπεία

Μέχρι σήμερα δεν υπάρχει ακόμη θεραπεία για τη νόσο του Crohn, αλλά μπορεί να αντιμετωπιστεί. Υπάρχει μια ποικιλία επιλογών θεραπείας που μπορούν να μειώσουν τη σοβαρότητα και τη συχνότητα των συμπτωμάτων της. Οι θεραπείες πρώτης γραμμής περιλαμβάνουν διαφόρων τύπων φάρμακα (πχ αντιδιαρροικά και αντιφλεγμονώδη), ανοσορυθμιστές, αντιβιοτικά και στις πιο σοβαρές μορφές της νόσου συστήνονται βιολογικές θεραπείες και χειρουργική επέμβαση.

Διατροφή

Μεταξύ των περιβαλλοντικών παραγόντων που σχετίζονται με τη νόσο Crohn, η διατροφή παίζει σημαντικό ρόλο στη ρύθμιση του μικροβίου του εντέρου και κατά συνέπεια, θα μπορούσε να έχει θεραπευτικό αντίκτυπο στην πορεία της νόσου.
Η υπερβολική πρόσληψη θερμίδων και ορισμένων μακροθρεπτικών συστατικών χαρακτηριστικών του δυτικού διαιτητικού προτύπου αυξάνει τη φλεγμονή του εντέρου, ενώ αρκετά μικροθρεπτικά χαρακτηριστικά της Μεσογειακής Διατροφής έχουν τη δυνατότητα να ρυθμίσουν τη φλεγμονή του εντέρου, σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία. Η διατροφή ενίσχυσης ανοσοποιητικού έχει αναδειχθεί ως μια νέα ιδέα που προβάλλει τον ρόλο των βιταμινών όπως οι βιταμίνες Α, C, E και D, φολικό οξύ, βήτα καροτίνη και ιχνοστοιχεία όπως ψευδάργυρος, σελήνιο, μαγγάνιο και σίδηρος.

νόσος Crohn διατροφή

Υδατάνθρακες

Μια συστηματική ανασκόπηση (n=19 μελέτες με 2609 άτομα με  φλεγμονώδεις νόσους του εντέρου) ανέφερε αρνητική συσχέτιση μεταξύ των διαιτητικών ινών και της πρόσληψης φρούτων και του CD κινδύνου. Οι διαλυτές ίνες από φρούτα μπορεί να έχουν προστατευτική επίδραση στο CD.

Η υψηλή πρόσληψη λαχανικών μπορεί να σχετίζεται με μειωμένο κίνδυνο επίσης. Η μελέτη της Ευρωπαϊκής Έρευνας για τον Καρκίνο και τη Διατροφή ανέφερε ότι η αυξημένη κατανάλωση γλυκών σχετίζεται θετικά με CD. Συνολικά, αυτά τα δεδομένα υποδηλώνουν ότι ενώ οι εξευγενισμένοι και επεξεργασμένοι υδατάνθρακες και τα γλυκά ποτά είναι παράγοντες κινδύνου για τις φλεγμονώδεις νόσους του εντέρου, σύνθετοι υδατάνθρακες συμπεριλαμβανομένων φρούτων, λαχανικών και ινών θα πρέπει να περιλαμβάνονται στη διατροφή για τη βελτίωση της διαχείρισης τους.

–> Ο βαθμός στον οποίο η κατανάλωση των παραπάνω θα είναι ανεκτή και ωφέλιμη για τον ασθενή εξαρτάται από τον βαθμό εξέλιξης της νόσου και τα συμπτώματα που εκδηλώνονται. Σε κάθε περίπτωση, μετά τη διάγνωση της νόσου, ο γιατρός σας πιθανότατα θα σας προτείνει να κλείσετε ένα ραντεβού με ένα διαιτολόγο. Ο διαιτολόγος θα σας βοηθήσει να καταλάβετε πώς η τροφή μπορεί να επηρεάσει τα συμπτώματά σας και πώς μπορεί να σας ωφελήσει.

Μεσογειακή Διατροφή

Ένα πρότυπο διατροφής που θεωρείται χρήσιμο για την πρόληψη και τη διαχείριση των εντερικών παθήσεων είναι η μεσογειακή διατροφή. Χαρακτηρίζεται από υψηλή πρόσληψη φρούτων και λαχανικών (πλούσια σε φυτικές ίνες, αντιοξειδωτικά και βιταμίνες), ελαιόλαδο και λιπαρά ψάρια (πλούσια σε μονοακόρεστα λιπαρά οξέα) και δημητριακά ολικής αλέσεως και καρύδια.

Πρόσφατα δεδομένα από την Predimed μελέτη, μια τυχαιοποιημένη, ελεγχόμενη, παράλληλη δοκιμή σε εθελοντές υψηλού καρδιαγγειακού κινδύνου, αποκάλυψαν ότι πάνω από πέντε χρόνια η μεσογειακή δίαιτα συσχετίστηκε με τη μεθυλίωση γονιδίων που σχετίζονται με φλεγμονή και άσκησε υψηλά ρυθμιστικά αποτελέσματα.

Περαιτέρω δοκιμές παρέμβασης που αποκάλυψαν τις δυνατότητες της μεσογειακής διατροφής στη διαμόρφωση της γονιδιακής έκφρασης και στην ομαλοποίηση των μικροβίων σε ασθενείς με φλεγμονώδεις νόσους του εντέρου.

Προβιοτικά και πρεβιοτικά

Η τρέχουσα έρευνα σχετικά με τα προβιοτικά ως συμπλήρωμα διατροφής εκτός από μια μεσογειακή διατροφή, έδειξε ότι τα προβιοτικά (όπως το Lactobacillus Rhamnosus) αλλάζουν τη σύνθεση των μικροβίων, επιτρέποντας έτσι την επιστροφή στην ευβίαση.

Τα πρεβιοτικά τρόφιμα, που περιέχουν διαλυτές ίνες, έχουν αποδειχθεί ότι βοηθούν στη διατήρηση της εντερικής ευβίασης. Τα πρεβιοτικά, για παράδειγμα η ινουλίνη, μεταβολίζονται από το μικρόβιο του εντέρου για να σχηματίσουν SCFAs συμπεριλαμβανομένου του βουτυρικού οξέος.

Το βουτυρικό άλας είχε θετική επίδραση στη φυσιολογική δραστηριότητα των κολονοκυττάρων και είχε ένα αντιφλεγμονώδες αποτέλεσμα (εκφραζόμενο από τη μείωση της παραγωγής προφλεγμονωδών παραγόντων όπως το Nf-kb) καθιστώντας το πολύτιμο σύμμαχο στη θεραπεία της φλεγμονώδης νόσου του εντέρου.

Συμπερασματικά

Έχει αποδειχθεί ευρέως ο ρόλος της διατροφής στην πρόληψη και τη διαχείριση των συμπτωμάτων φλεγμονωδών νοσών του εντέρου. Υπάρχουν σαφή οφέλη από τη μεσογειακή διατροφή ή τη χορτοφαγική δίαιτα από τη δυτική διατροφή.

Η μεσογειακή και χορτοφαγική δίαιτα είναι πλούσια σε φρούτα, λαχανικά, ιχθυέλαια, δημητριακά ολικής αλέσεως και ελαιόλαδο, τα οποία παρέχουν θρεπτικά συστατικά όπως βιταμίνη D, απαραίτητα λιπαρά οξέα, μέταλλα και ίνες. Αυτές οι τροφές διατηρούν ένα υγιές εντερικό μικροβιότο που εμποδίζει τη δυσβίωση, η οποία έχει εμπλακεί στην παθογένεση των φλεγμονωδών νοσών του εντέρου.

Η συμβολή των συμπληρωμάτων προβιοτικών και του αντίστοιχου διατροφικού προτύπου με στόχο την ενίσχυση του εντερικού μικροβιώματος έχει καθιερωθεί. Η παραπάνω διατροφική προσέγγιση δεν ενδείκνυται πάντοτε  καθώς εξαρτάται από τα συμπτώματα και το στάδιο της νόσου, συνεπώς καλό θα είναι η κατάσταση σας να αξιολογηθεί από τους  γαστρεντερολόγους που σας παρακολουθούν και στη συνέχεια να ακολουθήσετε μία στοχευμένη-εξατομικευμένη διατροφική προσέγγιση.

  1. Podolsky DK. Inflammatory bowel disease. N Engl J Med. 2002;347:417–429
  2. Serra-Majem L, Bes-Rastrollo M, Román-Viñas B, Pfrimer K, Sánchez-Villegas A, Martínez-González M.A. Dietary patterns and nutritional adequacy in a Mediterranean country. Br. J. Nutr. 2009;101:S21–S28.
  3. Reddavide, Rosa et al. “The role of diet in the prevention and treatment of Inflammatory Bowel Diseases.” Acta bio-medica : Atenei Parmensis vol. 89,9-S 60-75. 17 Dec. 2018, doi:10.23750/abm.v89i9-S.7952
  4. Ελληνικό Ίδρυμα Γαστρεντερολογίας και Διατροφής (ΕΛ.Ι.ΓΑΣΤ.)
  5. Hidalgo-Cantabrana, Claudio et al. “Bifidobacteria and Their Health-Promoting Effects.” Microbiology spectrum vol. 5,3 (2017): 10.1128/microbiolspec.BAD-0010-2016. doi:10.1128/microbiolspec.BAD-0010-2016
  6. Parekh, Parth J et al. “The Influence of the Gut Microbiome on Obesity, Metabolic Syndrome and Gastrointestinal Disease.” Clinical and translational gastroenterology vol. 6,6 e91. 18 Jun. 2015, doi:10.1038/ctg.2015.16
  7. Wills, Edgar S et al. “Fecal microbial composition of ulcerative colitis and Crohn’s disease patients in remission and subsequent exacerbation.” PloS one vol. 9,3 e90981. 7 Mar. 2014, doi:10.1371/journal.pone.0090981